-Eίσαι σίγουρος; (Δ)
-Ναι ρε, μην μασάς. (Ν)
-Είναι πολλά τα χιλιόμετρα για 4 ημέρες, στο ξαναλέω. (Δ)
-Αν δεν πάμε τώρα δεν θα πάμε ποτέ. (Ν)
Κάπως έτσι ξεκίνησε η σκέψη για ένα τρελό road trip. Ένα road trip που το χαρακτηρίζουμε τρελό για πολλούς λόγους. Ο ένας απο αυτούς ειναι πως είχαμε να διανυσουμε μια απόσταση 3000 περίπου χιλιομέτρων σε ενα χρονικό διάστημα 4 ημερών. Άλλος ένας λόγος είναι πως θα έπρεπε να κάνουμε τα πρώτα 1000 χιλιόμετρα εντελώς άυπνοι διότι λόγο δουλειάς σχολούσαμε και οι δύο στις 6 το πρωί και δεν υπήρχε χρονικό περιθώριο για ύπνο οπότε έπρεπε να το πάρουμε σερί. Τους υπόλοιπους λόγους θα τους καταλάβετε στη συνέχεια 😊
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα απο την αρχή…
Ήταν κάπου προς τα τέλη Ιουλίου όταν αποφασίσαμε να πιούμε ένα καφέ στην πόλη της Άρτας.
Eίχαμε κάνει μια συζήτηση για κάποια μέρη τα οποία θέλαμε να πηγαίναμε αλλά λόγο covid δεν μας επετράπη, οπότε έπρεπε να βρούμε ενα όμορφο προορισμό χωρίς να είναι αρκετά μακριά. Μετά απο αρκετή συζήτηση η απόφαση πάρθηκε.
Θα πάμε Ρουμανία!
Ετοίμασα χάρτες, διαδρομές, ώρες, χιλιόμετρα τα πάντα. Το μόνο που μας απασχολούσε ήταν ο καιρός διότι είδαμε πως την πρώτη ημέρα στη χώρα της Βουλγαρίας θα έχει έντονη βροχόπτωση. Εντάξει πόσο έντονη μπορεί να είναι? Θα έχουμε αδιάβροχα μαζί μας. Οπότε έκλεισε το θέμα και το μόνο που έμενε ήταν να έρθει η ημέρα αναχώρησης.
Παραμονή της αναχώρησης και ήρθε η ώρα να πάμε στη δουλειά με τη μόνη μας σκέψη να είναι στο αυριανό ταξίδι. Τα κινητά μας είχανε πάρει φωτιά από τα μηνύματα που ανταλλάσσαμε. Μετρούσαμε τις ώρες, προσπαθούσαμε να θυμηθούμε αν ξεχάσαμε κάτι και κοιτούσαμε τον χάρτη για να δούμε για πολλοστή φορά την διαδρομή που θα ακολουθoύσαμε.
Ημέρα Αναχώρησης
8 Αυγούστου 2020
H πολυπόθητη ημέρα έφτασε και αφού σιγουρευτήκαμε οτι πήραμε τα απαραίτητα ήρθε η στιγμή για την συνάντησή μας, τις αναμνηστικές φωτογραφίες και φυσικά το ξεκίνημα αυτού του απίστευτου, όπως εξελίχθηκε, ταξιδιού.
Τα χιλιόμετρα της πρώτης ημέρα πολλά αλλα η υπερένταση που είχαμε απο τη δουλειά και αυτό το συναίσθημα που νιώθεις πρίν απο κάθε road trip θα μας κρατούσε ξύπνιους σε όλη την διάρκεια του ταξιδιου.
Το ξεκίνημα μας βρήκε με αρκετή ομίχλη κάτι που εμένα προσωπικά μου άρεσε. Η πρώτη στάση έγινε κοντά στα Γρεβενά για ανεφοδιασμό και στη συνέχεια κατεύθυνση για Θεσσαλονίκη.
Τα χιλιόμετρα περνούσαν χωρίς να τα καταλαβαίνουμε και σε αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο η συνομιλία που είχαμε μέσω της ενδοεπικοινωνίας.
Μια μικρή στάση στη συνέχεια στα ΣΕΑ λίγο πριν τη Θεσσαλονίκη για να πιούμε 2 γουλιές καφέ, να φάμε κάτι στα γρήγορα και να συνεχίσουμε με ελάχιστη βροχή για την επόμενη στάση που δεν θα είναι άλλη απο τα σύνορα του Προμαχώνα.
Βουλγαρία
Φτάσαμε λοιπόν στο τελωνείο Προμαχώνα. Απο κίνηση δεν είχε σχεδόν καθόλου και αυτο μας διευκόλυνε αρκετά ωστε να δώσουμε άμεσα τα απαραίτητα έγγραφα μας και να περάσουμε στη χώρα της Βουλγαρίας.
Είχαμε διανύσει ήδη 410 και κάτι χιλιόμετρα και είχαμε μπροστά μας άλλα 370 χιλιόμετρα και αυτό να συνεπάγεται με 6 ώρες συνεχούς οδήγησης.
Ξεκινήσαμε λοιπόν να διασχίζουμε τη χώρα της Βουλγαρίας. Ωραία διαδρομή στην αρχή μπορώ να πω αν και είχε αρκετά μπλόκα στο δρόμο. Μετά απο κάποια χιλιόμετρα μπήκαμε σε αυτοκινητόδρομο αλλά τα χιλιόμετρα μας φαίνονταν ατελείωτα. Όσο σκεφτόμασταν οτι έπρεπε να ξαναπεράσουμε στο γυρισμό απο αυτο το δρόμο, ”κλαίγαμε” !
Λίγο έξω απο τα Σόφια κάναμε την πρώτη μας στάση σε κάποια άκρη του δρόμου γιατι η φύση μας καλούσε και για να τσιμπήσουμε κάτι απο αυτά που είχαμε μαζί μας.
Η ώρα 14:50 και απο ότι έλεγε το GPS είχαμε ακόμα 5 ώρες μέχρι το ξενοδοχείο στην πόλη της Ρουμανίας. Ο καιρός είχε αρχίζει να μαυρίζει αλλά η μαυρίλα ήταν απο πίσω μας οπότε μέναμε ήσυχοι…. προς το παρόν.
Στη συνέχεια η ο δρόμος μας πήγαινε απο ένα πάσο ( πέρασμα), το λεγόμενο Petrohan Pass. Ένας φανταστικός δρόμος με απίστευτες στροφές για τους μοτοσικλετιστές αλλα και για κατόχους αυτοκινήτων, ο οποίος σε ανεβάζει σε υψόμετρο 1450 μέτρων και σε περνάει ανάμεσα απο ενα πανέμορφο πράσινο τοπίο. Ομολογώ οτι δεν το γνώριζα το συγκεκριμένο πάσο και ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον να το ξαναπεράσω.
Στο αμέσως επόμενο βενζινάδικο που θα βρίσκαμε, θα σταματούσαμε για να βάλουμε καύσιμα και να ξεκουραστούμε λιγάκι. Βρισκόμασταν κοντά στην πόλη Dimovo. Με βάση το gps είχαμε άλλες 2 ώρες μπροστά μας με την ώρα να είναι 17:40. Τέλεια. Είμαστε μέσα στο πρόγραμμα, έτσι νομίζαμε τουλάχιστον, ώστε να φτάσουμε σχετικά στην ώρα μας ξενοδοχείο το οποίο το είχαμε κλείσει στην Κραϊόβα της Ρουμανίας.
Μετά και απο αυτή τη μικρή στάση ξεκινήσαμε σιγά σιγά για το τελωνείο το οποίο βρίσκεται κοντά στην πόλη Vidin της Βουλγαρίας.
Ο καιρός είχε χαλάσει αρκετά και μπροστά μας τα τελείως μαύρα σύνεφα έκρυβαν τον ουρανό. Αυτό μας άγχωσε αρκετά γιατι όπως φαινόταν θα τρώγαμε βροχή. Φορέσαμε τα αδιάβροχά μας και ξεκινήσαμε σιγά σιγά προς τα σύνορα.
Ξεκινήσαμε και στα πρώτα χιλιόμετρα αρχίσαμε να νιώθουμε τις πρώτες σταγόνες απο τη βροχή. Λίγο πιο κάτω βλέπουμε τον καιρό να ανοίγει κάπως και χαρήκαμε. Η χαρά όμως δεν κράτησε για πολύ.
Οι επόμενες στροφές θα μας οδηγούσαν στο μέρος όπου η μαυρίλα ήταν πολύ έντονη και όπως καταλάβαμε δεν υπήρχε τρόπος να το αποφύγουμε. Όσο προχωρούσαμε η βροχή όλο και δυνάμωνε. Μέσω της ενδοεπικοινωνίας την μια στιγμή γελούσαμε με ολα αυτά και λέγαμε ” τι κάνουμε ρε μ….α, που πάμε ρε;” και την άλλη στιγμή οι κεραυνοί που έπεφταν σε κοντινή απόσταση απο εμάς άρχισαν να μας αγχώνουν όλο και περισσότερο.
”Συνέχισε και αν βρεις κάποιο υπόστεγο σταμάτα” του ειπα. Το νερό που σε συνδυασμό με τον αέρα που είχε ήταν αρκετά ώστε η στάση να ήταν αναγκαία.
Κάποια στιγμή ο Νίκος μου λέει πως βλέπει ενα μικρό σπιτάκι και του λεω μην το σκέφτεσαι, πήγαινε. Τελικά απο ότι καταλάβαμε στη συνέχεια, πρέπει να ήταν μια στάση λεωφορείων. Ευτυχώς χωρέσαν οι μηχανές και τις βάλαμε μέσα και καθίσαμε περίπου 40 λεπτά εκεί μέχρι να κοπάσει η μπόρα.
Για περισσότερες λεπτομέρειες δείτε το παρακάτω βίντεο διάρκειας 2 λεπτών.
Η μπόρα είχε σχεδόν περάσει και έπρεπε σιγά σιγά να ξεκινήσουμε διότι είχαμε να περάσουμε τα σύνορα ώστε να μπούμε στη Ρουμανία. Έβρεχε λιγάκι αλλά ηταν υποφερτή η βροχή και μετά απο 40 περίπου λεπτά φτάσαμε στα σύνορα Βουλγαρίας – Ρουμανίας.
Η κίνηση που είχε δεν μπορούμε να πούμε οτι ήταν αρκετή αλλά ήταν τόση ώστε να έχουμε μια πολύ μικρή καθυστέρηση. Φτάσαμε στον τελωνειακό υπάλληλο ο οποίος μας έκανε νόημα να περάσουμε πρώτοι απο τα αυτοκίνητα, δώσαμε τα απαραίτητα έγγραφα και σε ελάχιστα λεπτά ήμασταν πλέον στην όμορφη Ρουμανία.
Ρουμανία
Μπήκαμε επιτέλους στη Ρουμανία και είχε πλέον νυχτώσει. Ο δρόμος εντελώς άδειος και περνούσαμε απο κάτι χωριουδάκια που το μόνο που έβλεπες σε κάθε χωριό ήταν 2-3 παιδάκια να παίζουν και καθώς περνούσαμε μας χαιρετούσαν και χαμογελούσαν.
Σε κάποια στιγμή αρχίσαμε να βλέπουμε κάτι αστραπές στα δεξιά μας. ”Οχι πάλι!” είπα. Ευτυχώς το gps μας έδειχνε οτι ο δεν θα στρίβαμε καθόλου προς τα δεξιά και έτσι θα αποφεύγαμε την καταιγίδα που ήταν στα δεξιά μας.
Κραϊόβα
Φτάσαμε τελικά στην πόλη στην οποία θα διανυκτερεύσουμε η οποία θα είναι η Κραϊόβα.
Η Κραϊόβα Craiova) είναι η 6η μεγαλύτερη πόλη της Ρουμανίας και πρωτεύουσα της Επαρχίας Ντολζ και βρίσκεται κοντά στην ανατολική όχθη του ποταμού Ζίου, στην κεντρική Ολτενία, στα νότια της χώρας. Είναι μακροχρόνια πολιτικό κέντρο και βρίσκεται σε περίπου ίσες αποστάσεις από τα Νότια Καρπάθια (προς βορρά) και τον ποταμό Δούναβη (προς νότο). Η Κραϊόβα είναι η μεγαλύτερη εμπορική πόλη δυτικά του Βουκουρεστίου και η σημαντικότερη πόλη της Ολτενίας. Η πόλη ευημέρησε ως περιφερειακό εμπορικό κέντρο παρά ένα σεισμό το 1790, πανώλη το 1795 και μια Τουρκική επίθεση το 1802, κατά την οποία κάηκε.
Αφού μπήκαμε στο κέντρο της πόλης, το gps μας οδήγησε στο ξενοδοχείο όπου θα διανυκτερεύαμε. Ένα αξιοπρεπέστατο ξενοδοχείο με υπόγειο και ασφαλές πάρκινγκ για τις μηχανές μας. H τιμή του ήταν στα 28 ευρώ συνολικά.
Παρκάραμε τις μηχανές μας και πήγαμε για το check in στη ρεσεψιόν. Στη συνέχεια πήγαμε στο δωμάτιο και απο εκείνη την στιγμή άρχιζε να μας βγαίνει η κούραση και να σκεφτόμαστε πως το πρωί ήμασταν στα ΣΕΑ και βγάζαμε φωτογραφίες και τώρα είμαστε στη Ρουμανία έχοντας κάνει 900+ χιλιόμετρα. Ένα απερίγραπτο συναίσθημα.
Η ώρα ήταν περίπου 21:30 και ρίχνω μια ιδέα να πηγαίναμε στο κέντρο για μια μπυρίτσα μιας και ήταν μόνο δέκα λεπτά με τα πόδια απο ότι μας ενημέρωσε ο υπάλληλος του ξενοδοχείου. Τελικά, παρότι είχαμε αρκετή κούραση επάνω μας το τολμήσαμε και πήγαμε.
Ο κόσμος που κυκλοφορούσε ήταν αρκετός παρόλα τα αρκετά κρούσματα κορονοϊού που έιχαν εκείνη την περίοδο.
Καθώς πηγαίναμε προς την πλατεία μας σταμάτησαν 2 αστυνομικοί και μας έκανα σύσταση για μάσκα. Τους είπαμε οτι και καλά δεν γνωρίζαμε και μόλις ήρθαμε απο Ελλάδα και μας κοίταξαν με ενα βλέμα λες και τους λέγαμε ψέματα. Ούτε αυτοί δεν το πίστευαν μάλλον. Με τα πολλά, φορέσαμε τις μάσκες μας και πήγαμε να φάμε κάτι που ούτε εμείς ξέραμε τι ήταν.
Οι υπάλληλοι ήταν πολύ αγενέστατοι εκει που καθίσαμε για φαγητό, οπότε δεν καθίσαμε και πολύ και πήγαμε να πιούμε απο μια μπυρίτσα. Εκεί ήταν λίγο πιο ευγενικοί οι υπάλληλοι.
Αφού ήπιαμε τις μπυρίτσες μας ήρθε η ώρα να πάμε στο ξενοδοχείο γιατί η ημέρα που θα ξημέρωνε θα ήταν αρκετά όμορφη.
Ημέρα 2η
9 Αυγούστου 2020
Το ξυπνητήρι χτύπησε στις 05:30 αλλά με την κούραση της προηγούμενης ημέρας πάτησα αναβολή για ενα μισάωρο ακόμα. Ακόμα και έτσι ξυπνήσαμε με δυσκολία.
Ο καιρός απο ότι είδαμε θα ήταν με το μέρος μας και έτσι ξεκινήσαμε να ετοιμαζόμαστε και να πηγαίνουμε να πάρουμε τις μηχανές μας.
Η επόμενη στάση θα ήταν για να βάλουμε καύσιμα στις μηχανές μας και στην συνέχεια θα πάμε προς το παγκοσμίως γνωστό πάσο Transfagarasan. Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το Transfagarasan μπορείτε να διαβάσετε σε προηγούμενο άρθρο πατώντας εδώ.
Η συνέχεια θα μας έβρισκε μια κάποιες ψιχάλες και για παν ενδεχόμενο σταματήσαμε να φορέσουμε τα αδιάβροχα, ευτυχώς για πολύ λίγο, και συνεχίσαμε για το Transfagarasan.
Τα χιλιόμετρα που θα έπρεπε να διανύσουμε ήταν περίπου 200. Περάσαμε κάποιες όμορφες πόλεις όπως και την πόλη Curtea de Arges. Μια κωμόπολη 33,000 κατοίκων όπου έχει σημαντικά αρχιτεκτονικά μνημεία και μία από τις παλαιότερες εκκλησίες της Βλαχίας η οποία είναι του Αγίου Νικολάου και χρονολογείται στα μέσα του 14ου αιώνα.
Δυστυχώς ο χρόνος μας ήταν περιορισμένος και θέλαμε να φτάσουμε όσο πιο γρήγορα μπορούσαμε στο transfagarasan, οπότε την αφήσαμε για να την επισκεφτούμε κάποια άλλη φορά. Εξάλλου όσες φορές και να επισκεφτείς την Ρουμανία, πάντα θα υπάρχει κάτι για το οποίο θα θέλεις να ξαναέρθεις. Προσωπικά ήταν η δεύτερή μου επίσκεψη στη Ρουμανία και το σίγουρο είναι πως κάποια στιγμή στο μέλλον θα την ξαναεπισκεφτώ.
Transfagarasan
Με το που περάσαμε την Curtea de Arges μπήκαμε στο δρόμο DN7c όπου θα μας ανεβάσει μέχρι την λίμνη Μπαλέα. Μια γρήγορη στάση για τις φωτογραφίες στην πινακίδα όπου ειναι σήμα κατατεθέν, και συνεχίζουμε την ανάβαση.
Αν κάποια στιγμή αποφασίσετε να πάτε στο συγκεκριμένο μέρος, θα σας πρότεινα να ΜΗΝ πάτε Σαββατοκύριακο. Το γιατί θα το καταλάβετε παρακάτω.
Η διαδρομή απο εκεί και μετά αρχίζει να ομορφαίνει. Το μόνο κακό ήταν η κίνηση που επικρατούσε. Πιστεύω η μισή Ρουμανία είχε πάει στο Transfagarasan εκείνη την ημέρα, δεν εξηγείται αλλιώς. Αν ήμασταν με αυτοκίνητο, το πιο πιθανόν να μην είχαμε επιστρέψει ακόμα. Στην αρχή της ανάβασης δεν παρατηρήσαμε αρκετή κίνηση αλλά όσο ανεβαίναμε η κίνηση άρχισε να γινόταν όλο και πιο έντονη.
Με το που φτάσαμε στο φράγμα Vidraru ενώ θέλαμε να σταματήσουμε ήταν αδύνατο ακόμη και για εμάς με τις μηχανές. Φανταστείτε τι επικρατούσε εκείνη τη στιγμή.
Μερικές στροφές πιο πάνω θα κάναμε μια στάση για να βγάλουμε κάποιες φωτογραφίες με το drone, μιας και ήταν ο μόνος τρόπος να το δούμε απο ψηλά.
Το φράγμα Vidraru, ένα από τα μεγάλα έργα του Τσαουσέσκου, ολοκληρώθηκε το 1966 στον ποταμό Argeș και δημιούργησε τη λίμνη Vidraru, με πρωταρχικό σκοπό την εξυπηρέτηση ενός υδροηλεκτρικού σταθμού.
Το ύψος του φράγματος είναι 166 μέτρα (548 πόδια) και μπορεί να αποθηκεύσει 465 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού. Η δεξαμενή έχει συνολικό μήκος ακτής 28 χλμ. (18 μίλια).
Μετά απο την ολιγόλεπτη ξεκούραση συνεχίσαμε προς την κορυφή αλλά μετά απο μερικές στροφές μας περίμενε μια ”έκπληξη”.
Ακούω το φίλο μου να λέει οτι βλέπει μια αρκούδα στα αριστερά μας. Υπέθεσα οτι μου κάνει πλάκα στην αρχή αλλά λίγα μέτρα πιο κάτω κατάλαβα οτι σοβαρολογούσε.
Τα αυτοκίνητα σταματούσαν και έβγαζαν φωτογραφίες την αρκούδα που όπως φαινόταν πρέπει να ήταν μικρό σε ηλικία. Δεν ξέρω αν πράξαμε σωστά αλλά κατεβήκαμε απο τις μηχανές μας και πήγαμε σε κοντινή απόσταση για μια φωτογραφία.
Μετά απο αυτή την ευχάριστη έκπληξη, συνεχίσαμε την πορεία μας με το τοπίο να γίνεται πραγματικά αλπικό. Τα έλατα, οι βουνοκορφές, ο καταγάλανος ουρανός και όλο το πράσινο που υπήρχε έκανε όλο το σκηνικό να μοιάζει φανταστικό.
Άλλη μια μικρή στάση σε έναν μικρό καταράκτη και συνεχίζουμε
Συνεχίζοντας στο δρόμο για την κορυφή και τη λίμνη Balea περνάμε μέσα απο ένα τούνελ όπου είχε σχεδόν φρακάρει απο την κίνηση. Με το που μπήκαμε στο στο τούνελ τα αυτοκίνητα πατούσανε συνέχεια κόρνες. Ε, σαν παιδιά, παρασυρθήκαμε και αρχίσαμε να πατάμε και εμείς 😀 Για να καταλάβετε τι εννούμε, δείτε το σχετικό βίντεο.
Με το που βγήκαμε απο το τούνελ φτάσαμε στην φανταστική λίμνη Balea. Ο κόσμος αρκετός με τους Ρουμάνους να έχουνε στήσει μια μίνι αγορά με διάφορα σουβενίρ κτλ.
Παρκάραμε τις μηχανές μας και ανεβήκαμε σε ένα λοφίσκο ωστε να θαυμάσουμε τη λίμνη απο ψηλά. Βγάλαμε τις αναμνηστικές μας φωτογραφίες, αλλα επειδή δεν ήμασταν αρκετά ψηλά στείλαμε τα drone ώστε να έχουμε μια καλύτερη άποψη του όλου σημείου. Το αποτέλεσμα πραγματικά μας αντάμειψε.
Σε κάποιες φώτο απο ψηλά όπως και στο βίντεο θα παρατηρήσετε πόση κίνηση είχε την συγκεκριμένη ημέρα.
Μετά απο αυτό το όμορφο μέρος, ήρθε η ώρα να αποχωρήσουμε με τον επόμενο προορισμό να είναι το Sibiu. Εκέι θα πάμε να μόνο για να τσιμπήσουμε κάτι και να πιούμε ενα καφεδάκι.
Η κατάβαση στα πρώτα 3-4 χιλιόμετρα ήταν μποτιλιαρισμένη με τον κόσμο να συνεχίζει να ανεβαίνει. Τα χιλιόμετρα που είχαμε να διανύσουμε ήταν περίπου 80 με περίπου μιάμιση ώρα οδήγηση. H διαδρομή ήταν εξίσου όμορφη με την ανάβαση και στο δρόμο συναντούσαμε κάποια όμορφα κτήρια.
Φτάσαμε στο Σιμπίου, παρκάραμε τις μηχανές μας και η κούραση ήταν εμφανής. Έπρεπε να φάμε κάτι και να πιούμε και καφεδάκι, οπότε δεν χάσαμε χρόνο και κατευθυνθήκαμε προς την πλατεία της πόλης.
Σιμπίου
Το Σιμπίου είναι ένα από τα σημαντικότερα πολιτιστικά κέντρα της Ρουμανίας. Πρώην κέντρο των Σαξόνων της Τρανσυλβανίας. Η παλιά πόλη του Σιμπίου κατετάγη ως «8ο πιο ειδυλλιακό μέρος της Ευρώπης να ζει κανείς” από το Forbes το 2008.
Κατευθυνθήκαμε προς την πλατεία ώσπου βρήκαμε ένα ωραίο μαγαζάκι το οποίο σέρβιρε καφέ και φαγητό. Οι τιμές γενικά στη Ρουμανία είναι αρκετά φθηνές. Ο καφές κοστίζει περίπου 1,50€ και μια μπύρα 500ml κοστίζει 2€.
Φάγαμε, ήπιαμε και πήγαμε να βγάλουμε κάποιες φωτογραφίες και στη συνέχεια να αναχωρήσουμε. Στο Σιμπίου αξίζει να κάνετε μια διανυκτέρευση αν το επισκεφθείτε.
Αφήνουμε το Σιμπίου και κατευθυνόμαστε προς άλλη μια υπέροχη πόλη όπου θα κάνουμε τη δεύτερή μας διανυκτέρευση. Τη Σιγκισοάρα.
Σιγκισοάρα
Η πόλη που γεννήθηκε ο Δράκουλας
Η οχυρωμένη πόλη της Σιγκισοάρα στην κεντρική Ρουμανία, Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, αποτελεί ένα από τα καλύτερα παραδείγματα προορισμών που σε ταξιδεύουν στο χρόνο. Και πιο συγκεκριμένα στο παρελθόν. Γενέτειρα του Βλαντ Γ’ Τσέπες, κατά κόσμον Βλαντ Δράκουλα, πανέμορφη και αυθεντική μεσαιωνική πόλη. Ενα πραγματικό διαμαντάκι που μεταφέρει τους επισκέπτες της πολύ πίσω στο χρόνο με τα πολύχρωμα, ιστορικά σπίτια, τις αρχαίες εκκλησίες, τα λιθόστρωτα δρομάκια και τους εκπληκτικούς πύργους, που παραμένουν σχεδόν αναλλοίωτα από τον 16ο αιώνα.
Μετά απο συνολικά 400 περίπου χιλιόμετρα απο το πρωί, φθάσαμε στο μέρος όπου θα περάσουμε το βράδυ μας.
Μια μικρή ταλαιπωρία μέχρι να βρούμε το ξενοδοχείο την οποία την ξεπεράσαμε με χαβαλέ όπως θα δείτε και στο παρακάτω βίντεο.
Τακτοποίηση λοιπόν στο ξενοδοχείο το οποίο το κλείσαμε περίπου 5 λεπτά απο το κέντρο της πόλης με τη μηχανή, και φύγαμε κατευθείαν για το κέντρο.
Την Σιγκισοάρα μπορώ να πώ οτι την ερωτευτήκαμε αμέσως. Είχα ακούσει πολύ όμορφα λόγια για αυτη την πόλη και τελικά είχανε δίκιο.Τις μηχανές τις βάλαμε σε ένα parking το οποίο όπως είδαμε ήταν δωρεάν για κυριακές και αργίες. Τις αφήσαμε εκεί και πήγαμε να δούμε αυτή την όμορφη πόλη.
Ξεκινήσαμε ανεβαίνοντας τα πρώτα σκαλοπάτια που σε οδηγούνε στο κεντρικό σημείο της πόλης όπου υπάρχουν κάποια πολύ σημαντικά και όμορφα πράγματα να δείς. Από τα σημεία αναφοράς της, εκτός του ότι έχει συνδέσει το όνομά της με αυτό του Κόμη Δράκουλα, ο Πύργος του Ρολογιού στην Πλατεία του Κάστρου, χτισμένος το 14ο αιώνα με ύψος 64 μέτρων και το ιστορικό μουσείο που φιλοξενείται σε αυτό με εκπληκτική θέα στην πόλη.
Επίσης στο κέντρο της πόλης βρίσκεται και το σπίτι όπου γεννήθηκε ο κόμης δράκουλας. Είναι γεγονός ότι εκεί γεννήθηκε ο Δράκουλας ή αλλιώς ο Βλάντ ο Παλουκωτής.
Στην πραγματικότητα, ο Βλάντ ήταν ο εθνικός ήρωας της εποχής ο οποίος υπερασπιζόταν τη χώρα από τους Οθωμανούς με έναν “ιδιαίτερο τρόπο”.
Τώρα το κτήριο αυτό χρησιμοποιείται πλέον ως καφέ-εστιατόριο.
Λίγο πιο κάτω υπάρχει η υπέροχη σκεπαστή σκάλα που ανέβαιναν και οι μαθητές για να πάνε στο σχολείο και στην εκκλησία (Scara Acoperita). Το ξύλο είναι απο το 1642 και προστάτευσε τους μαθητές από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες.
Περιπλανηθήκαμε στα λιθόστρωτα δρομάκια της πόλης και θαυμάσαμε το πώς δένουν τόσα πολλά χρώματα στα κτίρια αρμονικά.
Στη συνέχεια είδαμε και ανεβήκαμε σε έναν από τους 14 πύργους στα τείχη της πόλης που έχει επιβιώσει από τις επιδρομές (Bootmaker’s Tower).
Μιας και τα εστιατόρια μέσα στο ιστορικό κέντρο είναι αρκετά τουριστικά, με αφορμή τις λιγουρίτσες που σίγουρα θα σας έρθουν, περάστε τον Πύργο του Ρολογιού, μαγευτείτε από τη θέα και βρείτε κάποιο εστιατόριο στο μοντέρνο κομμάτι της πόλης. Εμείς αρκεστήκαμε στο να φάμε απο ενα Ούγγρικο Langos. Ένα γευστικότατο σνακ, θα το χαρακτήριζα, το οποίο είναι αρκετά νόστιμο και θα το βρείτε σε αρκετές χώρες του εξωτερικού.
Η πρώτη φορά που το δοκιμάσαμε ήταν στη Βουδαπέστη μιας και απο εκεί ειναι η ‘καταγωγή” του. Το ουγγρικό Langos είναι στην ουσία κάτι ανάμεσα σε λουκουμά και τηγανίτα. Μπορεί να γίνει αλμυρό αλλά και γλυκό ανάλογα με το τι θα επιλέξουμε να το συνοδεύσουμε. Στην Ουγγαρία συνήθως το συνοδεύουν με λίγο σκόρδο (ίσα-ίσα για το άρωμα και τη γεύση) Tojfel (που είναι κάτι σαν cream cheese αλλά μοιάζει πιο πολύ με γιαούρτι σακούλας) και τριμμένο κίτρινο μαλακό τυρί (trappista). Είναι για αυτούς ό,τι είναι το σουβλάκι για εμάς. Οι ρίζες της συνταγής πάνε αρκετούς αιώνες πίσω στην ιστορία, όταν η Ουγγαρία ήταν κομμάτι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (κάτι αντίστοιχο δηλαδή με εμάς και το σουβλάκι).
Αφού είδαμε τα όμορφα αξιοθέατα, φάγαμε τα langos θαυμάζοντας την υπέροχη θέα της πόλης και στη συνέχεια πήγαμε να πιούμε απο μια μπύρα. Παραγγείλαμε 2 μπύρες με συνολική τιμή 3€.
Καθίσαμε περίπου μια ωρίτσα και κάτι και ρίξαμε μια ματιά στο αυριανό πρόγραμμα του ταξιδιού το οποίο έμελλε να είναι αρκετά ενδιαφέρον.
Ώρα για επιστροφή στο ξενοδοχείο για ξεκούραση και συγκέντρωση δυνάμεων για την επόμενη ημέρα.
Η Σιγκισοάρα είναι μια παραμυθένια πόλη που σίγουρα θα λατρέψετε με την πρώτη ματιά, όπως την λατρέψαμε κι εμείς.
Ημέρα 3η
10 Αυγούστου 2020
Το ξύπνημα ήταν πιο εύκολο εκείνη την ημέρα. Η ώρα 05:30 το πρωί και ήμασταν ήδη στις μηχανές μας. Η καλύτερη ώρα να ξεκινάς το ταξίδι σου, γιατί έχεις αρκετό χρόνο μπροστά σου ώστε να κάνεις κάποιες στάσεις για να δεις κάτι το οποίο δεν ήταν προγραμματισμένο απο πριν.
Αναχώρηση λοιπόν και κατεύθυνση προς το Brasov για ένα καφεδάκι. Λίγο πριν όμως βλέπουμε στα αριστερά μας σε ένα λόφο ένα κάστρο και άπο ότι είδαμε υπήρχε δρόμος για να πάμε προς τα εκεί. Μικρή παράκαμψη λοιπόν και πορεία προς το κάστρο. Τελικά ήταν πιο κοντά απο ότι φανταζόμασταν. Περίπου 2-3 λεπτά απο το δρόμο μας. Το κάστρο Rupea.
To κάστρο Rupea είναι ένας από τους παλαιότερους αρχαιολογικούς χώρους στη Ρουμανία. Τα πρώτα σημάδια ανθρώπινων οικισμών χρονολογούνται από την Παλαιολιθική και την πρώιμη Νεολιθική.
Η πρώτη βεβαίωση ντοκιμαντέρ χρονολογείται από το 1324 όταν οι Σάξονες εξεγέρθηκαν εναντίον του Βασιλιά Charles I’ της Ουγγαρίας και κατέφυγαν μέσα στην ακρόπολη. Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, η σημερινή ακρόπολη χτίστηκε πάνω στα ερείπια ενός πρώην αμυντικού φρουρίου της Δακίας που κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους. Το όνομα της ακρόπολης προέρχεται από λατινικούς ρουπίες που σημαίνει “πέτρα”. Από τον 10ο αιώνα, η ακρόπολη βίωσε μια συστηματική επέκταση, έτσι ώστε τον 14ο αιώνα είχε έναν βασικό στρατηγικό ρόλο, που ήταν το κύριο σημείο σύνδεσης μεταξύ Τρανσυλβανίας, Μολδαβίας και Βλαχίας.
Ένας δημοφιλής μύθος στην περιοχή λέει ότι ο βασιλιάς της Δακίας, ο Δέσβαλος αυτοκτόνησε μέσα στην ακρόπολη, κατά τη διάρκεια του Β ‘Πολέμου της Δακίας (105–106), όταν η ακρόπολη ήταν γνωστή ως Ραμιδάβα.
Το Rupea Citadel βρίσκεται στα δυτικά της Rupea, σε έναν ορεινό όγκο ύψους 120 μ, 70 χλμ. Από το Brașov, στο δρόμο προς Sighișoara. Την ακρόπολη την επισκέπτονται κάθε μήνα περισσότεροι από από 10.000 τουρίστες.
Όπως ειπα λίγο πιο πάνω, το καλό με το να ξεκινάς νωρίς το πρωί είναι πως έχεις χρόνο να δεις κάποια πράγματα που δεν ήταν στο πρόγραμμα χωρίς να έχεις την πίεση του χρόνου.
Είδαμε και αυτό το όμορφο και ενδιαφέρον αξιοθέατο της περιοχής και ήρθε η στιγμή να αποχωρήσουμε και να πάμε προς το Brasov με περίπου 70 χιλιόμετρα να απομένουν απο το σημείο.
Μετά απο μια ώρα οδήγησης φθάσαμε στο Brasov.
Brasov
Το Μπρασόβ είναι μια καταπράσινη πόλη στην καρδιά της Ρουμανίας και βρίσκεται πολύ κοντά σε ένα από τα πιο γνωστά χιονοδρομικά κέντρα της περιοχής, το Ποϊάνα Μπρασόβ. Περπατώντας κανείς στην παλιά πόλη εντυπωσιάζεται από τα επιβλητικά κτίρια, τα μεγαλοπρεπή παλάτια και τον αέρα μυστηρίου που περιβάλλει την πόλη.
Το Μπρασόβ έχει τρεις διαφορετικές γειτονιές με δικά της χαρακτηριστικά, τη ρουμάνικη, τη γερμανική και την ουγγρική. Η πλατεία φιλοξενεί και το εντυπωσιακό κτίσμα με μπαρόκ και αναγεννησιακά στοιχεία που στεγάζει το δημαρχείο της πόλης. Από τα σημαντικότερα αξιοθέατης της πόλης είναι η Πύλη της Αικατερίνης, η τελευταία πύλη της πόλης που σώζεται ακόμη από το Μεσαίωνα και η ελληνορθόδοξη εκκλησία.
Καθίσαμε σε ένα καφέ στο κέντρο της πλατείας για να πιούμε ενα espresso, στη συνέχεια περπατήσαμε λιγάκι για να χαζέψουμε τις ομορφιές αυτής της πολύ όμορφης πόλης. Σε κάποια επίσκεψη στο μέλλον είναι σίγουρο πως μια διανυκτέρευση θα την κάνουμε εδώ.
Μετά απο ακόμα μια όμορφη πόλη ήρθε η στιγμή της αναχώρησης. Σειρά έχει το χωριό Μπράν.
Στο χωριό Μπραν 28 χλμ. νοτιοδυτικά του Μπρασόβ βρίσκεται η οδός που συνδέει ιστορικά για αιώνες την Τρανσυλβανία με την Βλαχία. Εκεί, ψηλά σε ένα βράχο βρίσκετε το Κάστρο Μπραν, ένα από τα διασημότερα κάστρα της Ρουμανίας.
Bran
Φθάνοντας στο Μπράν ο κόσμος ήταν αρκετός μπορώ να πω. Πήγαμε σε κάποια μαγαζάκια που υπήρχαν σε εναν ειδικό χώρο και αγοράσαμε κάποια αναμνηστικά μαγνητάκια, αυτοκόλητα κτλ.
Στη συνέχεια πήγαμε να επισκεφθούμε το κάστρο η ουρά ήταν τόση όπου έπρεπε να περιμένουμε σίγουρα 1 ώρα για να μπούμε, ίσως και παραπάνω. Οπότε το αφήσαμε για την επόμενη φορά. Το μόνο που κάναμε ήταν να βγάλουμε κάποιες φωτογραφίες το κάστρο του δράκουλα απο ψηλά.
Το Κάστρο Μπραν συνδέεται άμεσα με έναν από τους μεγαλύτερους θρύλους της Ρουμανίας: τον αιμοδιψή Κόμη Δράκουλα!
Ο ιρλανδός συγγραφέας Abraham “Bram” Stoker έγραψε το θρυλικό, γοτθικό μυθιστόρημά του Dracula το 1897. Σαν κύρια έμπνευση είχε την ζωή του πρίγκιπα της Βλαχίας, Βλαντ Γ’. Η Βλαχία είναι μια ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ρουμανίας. Τοποθετείται βόρεια του ποταμού Δούναβη και νότια της οροσειράς των νότιων Καρπαθίων.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας του συγγραφέα στην περιοχή, ο Στόκερ ήρθε σε επαφή με βάρβαρες αποδείξεις και αγριότητες που διέπραξε ο Βλαντ Γ ‘. Ο Κόμης Βλαντ λοιπόν (γνωστός και ως “Παλουκωτής”), διψούσε για αίμα και ακραία βασανιστήρια .
Ήρθε η ώρα να αφήσουμε το Μπράν και το κάστρο του δράκουλα και να συνεχίσουμε την πορεία μας προς το Βουκουρέστι κάνοντας όμως μια μικρή παράκαμψη ώστε να δούμε ένα άλλο εντυπωσιακό κάστρο κοντά στην πόλη Σινάϊα.
Μετά απο κάποια χιλιόμετρα, η διαδρομή αρχίζει να γίνεται πιο όμορφη με αρκετό πράσινο αριστερά και δεξιά μας, ενώ δεν έλειψαν και κάποια κάρα.
Η κίνηση είχε αρχίσει να γίνεται πιο έντονη και θυμήθηκα πως το ίδιο είχε γίνει και πέρυσι οταν είχα ξαναπεράσει απο αυτο τον δρόμο. Οπότε ήξερα τι μας περιμένει.
Παράκαμψη δεξιά και ακολουθούμε πινακίδες για το άκρως εντυπωσιακό κάστρο Peles.
Λίγο πριν φτάσουμε στο κάστρο βλέπουμε κάτι μπάρες να είναι κατεβασμένες με αποτέλεσμα να μην μπορούνε να περάσουνε τα αυτοκίνητα αλλά ούτε και εμείς. Ή μήπως οχι; Σαν έξυπνα παιδάκια που ήμασταν σηκώσαμε τις μπάρες και περάσαμε σαν κύριοι ενώ κάποιοι εργάτες του δήμου μας έλεγαν ”No, no”.
Μετα απο κάποια μέτρα βγήκαμε σε έναν δρόμο που όπως καταλάβαμε μπορούσαμε να πάμε και χωρίς να σηκώσουμε τις μπάρες. No comment…
Και κάπου εδώ αρχίζουν μια σειρά απο γεγονότα μου έμελλε να μας συντροφεύουν μέχρι την επιστροφή μας στην Ελλάδα. Θα καταλάβετε στη συνέχεια 🙂
Συνεχίζουμε το δρόμο μας για το κάστρο Πέλες και βρίσκουμε ένα πάρκινγκ, επι πληρωμή αυτή τη φορά, και παρκάρουμε εκεί τις μηχανές μας. Πηγαίνω προς τον υπάλληλο να τον ρωτήσω πόσα χρήματα θέλει για τις 2 μηχανές και πήγε να μας μπερδέψει με την ισοτιμία λέγοντας μας πως θέλει 10€ και για τις 2. Του έφερα αντίρηση και του είπα πως κάνει λάθος και πως η κανονική τιμή ειναι 5€ και οχι 10. Συμφωνήσαμε λοιπόν στα 5, αφήσαμε τις μηχανές εκεί και κατεβήκαμε ένα μονοπάτι ώστε να δούμε αυτό το εντυπωσιακό κάστρο.
Περιττό να πούμε ότι το Peles είναι το πιο συναρπαστικό και όμορφο κάστρο της Τρανσυλβανίας αλλά και ένα από τα πιο όμορφα στην Ευρώπη!
Κτισμένο ανάμεσα στο 1873 και στο 1883, στην ορεινή μικρή πόλη Σινάια της Ρουμανίας, δείγμα γερμανικής αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής το Peleș Castle αποτελεί ένα από τα πιο μαγευτικά μέρη των Βαλκανίων.
Το 1883 ολοκληρώθηκε από το βασιλιά Carol I, ενώ το κάστρο λειτουργούσε ως θερινή κατοικία της βασιλικής οικογένειας μέχρι το 1947.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ανάμεσα στα 160 συνολικά δωμάτια του κάστρου ξεχωρίζουν τα φορτωμένα με πολυελαίους κρύσταλλα Murano, πορσελάνες Σεβρών, ενώ οι τοίχοι είναι ντυμένοι με δέρμα από την Cordoba και τα παράθυρα είναι κατασκευασμένα από γερμανικό γυαλί, υψηλής ποιότητας.
Επιπλέον, το κάστρο Peles ήταν το πρώτο ευρωπαϊκό κάστρο που φωτιζόταν από ηλεκτρικό ρεύμα, καθώς η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται από το εργοστάσιο του κάστρου.
Το κάστρο αντλεί το όνομά του από τον γειτονικό ποταμό Peles, ο οποίος περνάει ακριβώς από την αυλή και η πρώτη προβολή ταινιών στη Ρουμανία πραγματοποιήθηκε το 1906 στο αίθουσα θεάτρου του κάστρου.
Αξίζει να αναφέρουμε πως στο κάστρο Peles έχουνε γίνει τα γυρίσματα αρκετών ταινιών. Ανάμεσα τους, και πιο πρόσφατες, οι ταινίες ” Ο Πρίγκιπας των Χριστουγέννων (2017)” και ” Ο Πρίγκιπας των Χριστουγέννων: Ο Βασιλικός Γάμος (2018)”
Βγάλαμε τις αναμνηστικές μας φωτογραφίες μπροστά απο αυτό το υπέροχο κάστρο αλλά θέλαμε να το δούμε και απο ψηλά οπότε σκεφτήκαμε να στείλουμε τα drone. Ήταν και ένα ζευγάρι στο σημείο όπου είχαν και αυτοί ένα και έτσι δεν χάσαμε χρόνο, τα βγάλαμε απο τη θήκη και ξεκινήσαμε να τα πετάμε.
Σε κάποια στιγμή ακούγαμε κάτι σαν κάποιοι να σφυρίζανε αλλά δεν δώσαμε σημασία. Μετά απο λίγα δευτερόλεπτα παίρνει το μάτι μου κάποια άτομα που λογικά ήταν της ασφάλειας του κτηρίου να μας κάνουν νόημα να τα κατεβάσουμε. Θα αναρωτηθήκατε πως είδανε τα drone. Δεν τα είδανε, τα άκουσαν 😀 Φανταστείτε 3 drone (2 δικά μας και 1 απο το ζευγάρι που ήταν στο σημείο) να πετάνε ταυτόχρονα 🙂 Νομικά θεωρείται παράνομο να το πετάς πάνω απο μουσεία, αρχαιολογικούς χώρους κτλ και μπορούν να σου το κατασχέσουν.
Στο παρακάτω σύντομο βίντεο θα το παρατηρήσετε.
Τα κατεβάσαμε άρων-άρων και ξεκινήσαμε να κατεβαίνουμε το μονοπάτι με γρήγορο βήμα χωρίς να ξέρουμε αν υπάρχει κάποια έξοδος. Δεν θέλαμε να ξαναπεράσουμε απο το σημείο διότι θα μας τσάκωναν οι άντρες τις ασφάλειες και κάποιοι της αστυνομίας που υπήρχαν λίγο πιο πριν. Καθώς περπατούσαμε μας φώναζαν κάποιος να γυρίσουμε ο οποίος όπως έβλεπα με την άκρη του ματιού μου ήταν αστυνομικός. ”Ωραία, αυτό ήταν. καλά ξεμπερδέματα” λεω στον φίλο μου.
Σε κάποιο σημείο αρχίζουμε να τον χάνουμε και περπατάμε ακόμα πιο γρήγορα. Λογικά αυτός θα μας περίμενε να ξαναγυρίσουμε απο το σημείο αλλά εμείς ΔΕΝ το θέλαμε αυτό. Οπότε έπρεπε να βρούμε ενα τρόπο να πάμε στις μηχανές μας. Η μόνη λύση ήταν να περπατήσουμε αρκετά κάνοντας ένα μεγάλο κύκλο ο οποίος μας γυρνούσε ξανά πίσω στο πάρκινγκ. Περπατήσαμε σχεδόν μια ώρα για να αποφύγουμε το σημείο με την αστυνομία και μετα απο αρκετή κούραση φθάσαμε στο πάρκινγκ όπου είχαμε τις μηχανές μας. Φαίνεται άλλωστε.
Τέλος καλό, όλα καλά!… ή μήπως όχι;
Ανεβαίνουμε στις μηχανές και παίρνουμε κατεύθυνση προς Βουκουρέστι. Με το που βγαίνουμε απο το πάρκινγκ και κατεβαίνουμε ώστε να βγούμε στον κεντρικό δρόμο, αισθάνομαι τη μηχανή να μην στρίβει καλά ούτε δεξιά ούτε αριστερά. ”Φίλε πρέπει να έχω θέμα με τη μηχανή” λέω στο φίλο μου. ”Όχι ρε, ιδέα σου είναι” μου απαντάει. Στο επόμενο βενζινάδικο που βρίσκουμε λίγο πιο κάτω σταματάμε, κατεβαίνω και βλέπω το μπροστά λάστιχο να έχει χάσει τον περισσότερο αέρα και να έχει ελάχιστο.
”Θα βάλουμε αέρα εδώ και θα πάμε σε ένα βουλκανιζατέρ” είπα και πήγα στην υπάλληλο να τη ρωτήσω που είχε το σημείο με το μηχάνημα του αέρα. Μου απαντάει ” Δεν εχω μηχάνημα για αέρα”. Ε; Βενζινάδικο χωρίς αέρα… μάλιστα. Τώρα; Μου λέει πως σε ένα χιλιόμετρο πιο κάτω υπάρχει βουλκανιζατέρ και μου έδειξε στο κινητό το ακριβές σημείο. Ωραία, το λάστιχο όμως είχε αρχίσει να χάνει και τον λιγοστό αέρα που είχε απομείνει.
”Έχω εγώ τρόμπα που μπαίνει στην υποδοχή που φορτίζεις το κινητό”! μου λέει ο φίλος μου. ”Τέλεια!” του λέω. Με το που βάζω το καλώδιο στην υποδοχή ακούω ένα ”Τσακ”. Κάηκε η ασφάλεια. Δεν ήξερα αν έπρεπε να κλάψω η να γελάσω 🙂 Η μόνη λύση ήταν να πάμε σιγά σιγά στο βουλκανιζατέρ στο ένα χιλιόμετρο. Έτσι και έγινε.
Μετά απο λίγα λεπτά φθάσαμε στο βουλκανιζατέρ. Δεν μιλούσε κανένας αγγλικά οπότε google translate απο το κινητό και συνεννοηθήκαμε.
Τελικά στο λάστιχο είχε μπει κάτι σαν ενα Π μεταλλικό. Τώρα ή εγώ το πάτησα ή το έβαλε ο υπάλληλος που είχε το πάρκινγκ στο κάστρο Peles επειδή ήρθα σε αντιπαράθεση για την τιμή. Who knows…
Αφού καταφέραμε και συνεννοηθήκαμε, μου έφτιαξε το λάστιχο και συνεχίσαμε την πορεία μας προς το Βουκουρέστι όπου εκεί θα κάναμε την τρίτη και τελευταία μας διανυκτέρευση. Είχε αρχίσει να ψιλοβρέχει αλλά ευτυχώς όχι πολύ έντονα.
Μας είχανε απομείνει 140 χιλιόμετρα μέχρι το ξενοδοχείο, με τα περισσότερα απο αυτά σε αυτοκινητόδρομο.
Βουκουρέστι
Φθάνοντας στο Βουκουρέστι κατευθυνθήκαμε προς το μέρος όπου θα διανυκτερεύαμε το οποίο ήταν αρκετά κοντά στην παλιά πόλη. Καθίσαμε περίπου 40 λεπτά να ξεκουραστούμε απο την περιπέτεια της ημέρας, φορτίσαμε κινητά, κάμερες κτλ, και κατευθυνθήκαμε προς την παλιά πόλη.
Καθίσαμε για αρχή να φάμε κάτι σε ενα εστιατόριο όπου έγραφε Gyros Thessalonikis. Προσωπικά είχα καθίσει και την προηγούμενη φορά που είχα πάει αλλά δεν μου άρεσε ιδιαίτερα. Να πουμε την αλήθεια, ούτε αυτή τη φορά.
Λίγο πριν μπούμε στο κατάστημα μας σταμάτησαν 2 αστυνομικοί και μας ρώτησαν γιατι δεν φοράμε μάσκες. Τους είπαμε οτι είμαστε Έλληνες και πως δεν γνωρίζαμε ότι έπρεπε να φοράμε μάσκα και όταν περπατάμε. Αμέσως μας έδωσαν 2 δικές τους καινούριες μάσκες. Τους βγάζουμε το καπέλο σε αυτή τους την κίνηση. Γενικά οι αστυνομικοί στη Ρουμανία μας χαιρετούσαν συνέχεια στο δρόμο.
Τελειώσαμε το φαγητό και πήγαμε να πιούμε απο μια μπυρίτσα σχολιάζοντας τα απρόοπτα της ημέρας.
Ήπιαμε τις μπυρίτσες μας, γελάσαμε με αυτά που έγιναν απο το πρωί και ήρθε η ώρα να πάμε στο ξενοδοχείο για ξεκούραση.
Καθώς προχωρούσαμε βλέπουμε παρκαρισμένο ενα ηλεκτρικό πατίνι. Ξέρετε, αυτά που είναι για ένα άτομο. Ε, εμείς είπαμε να δοκιμάσουμε αν αντέχει τα 2 😀 Κατεβάζουμε την εφαρμογή, βλέπουμε πιο πατίνι εχει μπαταρία και ήταν η στιγμή για… ”την ώρα του παιδιού”.
Δείτε το βίντεο και θα καταλάβετε 🙂
Μετά και απο αυτή την υπέροχη βόλτα στο κέντρο του Βουκουρεστίου με το πατίνι, πήγαμε στο ξενοδοχείο ( εννοείται με το πατίνι) και πέσαμε ξεροί διότι την αυριανή ημέρα θα έπρεπε να επιστρέψουμε Ελλάδα έχοντας μπροστά μας περίπου 1000 χιλιόμετρα.
Ημέρα 4η
11 Αυγούστου 2020
Ξύπνημα 05:20, τα πράγματα έτοιμα απο το βράδυ, τελευταίες φωτογραφίες και ξεκινάμε για την Ελλάδα. Κίνηση σχεδόν καθόλου και αυτό ήταν οτι έπρεπε για να ξεκινήσουμε όμορφα το ταξίδι της επιστροφής.
Μια μικρή στάση για φωτογραφίες στο ”Παλάτι του Λαού” ή τουλάχιστον έτσι ονόμασε ο Τσαουσέσκου αυτό το γιγαντιαίο κτίριο που έχτισε στα ‘80s, κατεδαφίζοντας ολόκληρο το κέντρο της πόλης νότια του ποταμού Ντιμποβίτσα και αφήνοντας τους Ρουμάνους στο σκοτάδι – έκοβε το ρεύμα ανά διαστήματα στην πόλη για να εξοικονομήσει χρήματα και να δημιουργήσει το δεύτερο μεγαλύτερο (μετά το αμερικανικό Πεντάγωνο) κτίριο του κόσμου.
Σήμερα στεγάζει την Ρουμανική βουλή, και αποτελεί το βασικότερο αξιοθέατο της πόλης.
Την επόμενη στάση θα την κάναμε στα σύνορα Ρουμανίας – Βουλγαρίας στο Ruse. Όπως και έγινε. Περάσαμε τα σύνορα χωρίς να αντιμετωπίσουμε κάποιο πρόβλημα και στη συνέχεια σταση για καύσιμα τα οποία θα μας έφθαναν μέχρι τα σύνορα Βουλγαρίας – Ελλάδας.
Μια μικρή στάση για ανεφοδιασμό λίγο μετά τα σύνορα και κατεύθυνση προς τα Σόφια για μια μικρή ξεκούραση μιας και είχαμε διανύσει περίπου 350 χιλιόμετρα με 5μιση ώρες οδήγησης.
Σόφια
Μια ωρίτσα ήταν αρκετή να ξεκουραστούμε και αναχωρήσαμε σιγά σιγά για να διανύσουμε τα τελευταία 180 χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουμε στα σύνορα Βουλγαρίας – Ελλάδας στο Προμαχώνα.
Φθάσαμε επιτέλους στα σύνορα και ώρα να πάμε να δώσουμε τα έγγραφα ώστε να μπούμε στην Ελλάδα. Φθάνοντας στον τελωνειακό υπάλληλο, δώσαμε τα χαρτιά και στη σημείο ήταν ένα κλιμάκιο του ΕΟΔΥ το οποίο μας ζήτησε το PLF. Το PLF είναι μια φόρμα την οποία πρέπει να την έχεις συμπληρώσει online 48 ώρες πρίν περάσεις τα σύνορα, συμπληρώνοντας διάφορα στοιχεία όπως ποιές χώρες έχεις περάσει, που έχεις μείνει κτλ. Σε διαφορετική περίπτωση δεν μπορείς να περάσεις τα σύνορα.
Εμείς την είχαμε συμπληρώσει το προηγούμενο βράδυ στο Βουκουρέστι οπότε είμασταν καλυμμένοι. Με το που πάμε να φύγουμε μας φωνάζουν και μας λένε ”θα κάνετε τεστ”. Στην αρχή νομίζαμε πως θα έπρεπε να μείνουμε εκεί μέχρι να βγούνε τα αποτελέσματα αλλά οπως μας είπαν σε περίπτωση που το τεστ βγει θετικό θα μας έρθει μήνυμα στο κινητό. No comment…
Τελικά κάναμε τα τεστ τα οποία , πληροφοριακά, βγήκαν αρνητικά και συνεχίσαμε την πορεία μας μπαίνοντας στην Ελλάδα.
Με το που περάσαμε τα πρώτα διόδια μετα τα σύνορα, μου λέει ο φίλος μου να κάνουμε μια στάση γιατί νόμιζε πως είχε ξεχάσει την ταυτότητα του στο τελωνείο Προμαχώνα. Σταματάμε και τελικά διαπιστώνει πως την είχε μαζί του.
Με το που πάμε να ξεκινήσουμε… ξεκίνησα μόνο εγώ. Και αυτό επειδή η μηχανή του φίλου μου δεν έπαιρνε μπρος.
Σπρώξαμε, κάναμε διάφορα αλλά μάταια. Δεν το πιστεύαμε. Μείναμε με το που μπήκαμε Ελλάδα. Άλλο ένα απρόοπτο για το κερασάκι στην τούρτα. Στο παρακάτω βίντεο φαίνεται ξεκάθαρα η αγανάκτηση του φίλου μου.
Καλέσαμε οδική βοήθεια και τελικά το πρόβλημα ήταν η μπαταρία. Είχε έρθει η ώρα της στο καλύτερο σημείο που θα μπορούσε να της έχει έρθει.
Η οδική έκανε να έρθει περίπου 1 ώρα και κάτι και αφού διαπιστώσαμε πως ήταν η μπαταρία μας πήγε σε ένα συνεργείο στις Σέρρες. Ευτυχώς βρήκαμε καινούρια, την βάλαμε και αναχωρήσαμε περνώντας απο Θεσσαλονίκη και συνεχίζοντας για τον τελικό μας προορισμό όπου δεν ήταν άλλος από το σπίτι μας 🙂
Με το που φτάσαμε στα σπίτια μας πέσαμε ξεροί για ύπνο.
Από την επόμενη μέρα και μέχρι σήμερα αυτό το γρήγορο ταξίδι μας έχει μείνει χαραγμένο τόσο για τα αρκετά χιλιόμετρα μέσα σε λίγες ημέρες αλλά και για όλα αυτά που μας συνέβησαν.
Μπορείτε να δείτε ολόκληρο το βίντεο του ταξιδιού μας και στο youtube, και αν θέλετε να μας στηρίξετε κάντε απλά μια εγγραφή στο κανάλι μας.
Και ως γνωστόν, όταν ένα ταξίδι τελειώνει, ο σχεδιασμός για το επόμενο ξεκινάει.